Στραπατσάρισμα στα ιταλικά

Μετάφραση: στραπατσάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ammaccatura, Dent, dente, un'ammaccatura, intaccare
Στραπατσάρισμα στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στραπατσάρισμα

στραπατσάρισμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, στραπατσάρισμα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • στραγγαλίζω στα ιταλικά - affogare, strangolare, strozzare, soffocare, garrotta, garrotte, garrota, ...
  • στραμπουλίζω στα ιταλικά - aggravio, treccia, girata, storta, sforzare, fatica, sforzo, ...
  • στρατάρχης στα ιταλικά - maresciallo, campo, settore, campo di, materia, di campo
  • στρατήγημα στα ιταλικά - stratagemma, stratagemmi, artificio, accorgimento, strattagemma
Τυχαίες λέξεις
Στραπατσάρισμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ammaccatura, Dent, dente, un'ammaccatura, intaccare