Σύναξη στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σύναξη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
орляк, ято, рояк
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύναξη
σύναξη συνώνυμα, σύναξη της θεοτόκου, σύναξη των προκαθημένων των ορθοδόξων εκκλησιών, σύναξη περιοδικό, σύναξη μασόνων στην ανάβυσσο, σύναξη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σύναξη στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σύμπτωμα στα βουλγαρικά - симптом, симптомите, симптоми, на симптомите
- σύμφωνο στα βουλγαρικά - асонантен, съгласна, съгласен звук, съзвучие, в съзвучие
- σύνδεση στα βουλγαρικά - връзка, свързване, връзката, връзка с, свързани
- σύνδεσμος στα βουλγαρικά - връзка, линк, връзката, линк в
Τυχαίες λέξεις
Σύναξη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: орляк, ято, рояк
Μεταφράσεις: орляк, ято, рояк