Σύναξη στα ισλανδικά
Μετάφραση: σύναξη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stór hópur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύναξη
σύναξη συνώνυμα, σύναξη της θεοτόκου, σύναξη των προκαθημένων των ορθοδόξων εκκλησιών, σύναξη περιοδικό, σύναξη μασόνων στην ανάβυσσο, σύναξη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σύναξη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σύμπτωμα στα ισλανδικά - einkenni, einkennið, einkenni sem, einkennin, einkenna
- σύμφωνο στα ισλανδικά - consonant, samsvari
- σύνδεση στα ισλανδικά - tengsl, tenging, tengingu, tengingin
- σύνδεσμος στα ισλανδικά - samtenging, hlekkur, tengilinn, tengil, tengill, tengsl
Τυχαίες λέξεις
Σύναξη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stór hópur
Μεταφράσεις: stór hópur