Σύναξη στα λευκορωσικά
Μετάφραση: σύναξη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сход, збор, сходу
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύναξη
σύναξη συνώνυμα, σύναξη της θεοτόκου, σύναξη των προκαθημένων των ορθοδόξων εκκλησιών, σύναξη περιοδικό, σύναξη μασόνων στην ανάβυσσο, σύναξη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σύναξη στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- σύμπτωμα στα λευκορωσικά - сімптом, сымптом
- σύμφωνο στα λευκορωσικά - зычны, згодны, Нязгодны, зычна, сагласный
- σύνδεση στα λευκορωσικά - падключэнне, падлучэнне, злучэнне
- σύνδεσμος στα λευκορωσικά - спасылка, спасылка Калі
Τυχαίες λέξεις
Σύναξη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сход, збор, сходу
Μεταφράσεις: сход, збор, сходу