Σύναξη στα ιταλικά
Μετάφραση: σύναξη, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adunata, stormo, stuolo, bevy, frotta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύναξη
σύναξη συνώνυμα, σύναξη της θεοτόκου, σύναξη των προκαθημένων των ορθοδόξων εκκλησιών, σύναξη περιοδικό, σύναξη μασόνων στην ανάβυσσο, σύναξη λεξικό γλώσσας ιταλικά, σύναξη στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σύμπτωμα στα ιταλικά - sintomo, sintomi, dei sintomi, sintoma, sintomo di
- σύμφωνο στα ιταλικά - consonante, consonanti, consono, di consonanti, consona
- σύνδεση στα ιταλικά - collegamento, raccordo, unione, connessione, di connessione, relazione, connessione a
- σύνδεσμος στα ιταλικά - legamento, unione, collegamento, legame, Link, link del, nesso
Τυχαίες λέξεις
Σύναξη στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: adunata, stormo, stuolo, bevy, frotta
Μεταφράσεις: adunata, stormo, stuolo, bevy, frotta