Σύντομος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σύντομος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скоро, кратък, кратко, кратка, накратко, кратки
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύντομος
σύντομος συνώνυμο, σύντομος στα αγγλικα, σύντομος αντίθετο, σύντομος εισαγωγή εις την παλαιάν διαθήκη, σύντομος δρόμος, σύντομος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σύντομος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σύντμηση στα βουλγαρικά - ограничение, абревиатура, съкращение, съкращението, съкращения, абревиатурата
- σύντομα στα βουλγαρικά - скоро, веднага след
- σύντροφος στα βουλγαρικά - компаньон, товариш, другар, придружител, спътник, спътница
- σύριγγα στα βουλγαρικά - шприц, спринцовка, спринцовката, на спринцовката
Τυχαίες λέξεις
Σύντομος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: скоро, кратък, кратко, кратка, накратко, кратки
Μεταφράσεις: скоро, кратък, кратко, кратка, накратко, кратки