Σύντομος στα σουηδικά

Μετάφραση: σύντομος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snart, kort, kortfattad, korthet, korta, kortfattat
Σύντομος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύντομος

σύντομος συνώνυμο, σύντομος στα αγγλικα, σύντομος αντίθετο, σύντομος εισαγωγή εις την παλαιάν διαθήκη, σύντομος δρόμος, σύντομος λεξικό γλώσσας σουηδικά, σύντομος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • σύντμηση στα σουηδικά - förkortning, förkortningen, en förkortning
  • σύντομα στα σουηδικά - snart, fort, snabbt, kort, inom kort
  • σύντροφος στα σουηδικά - make, kompanjon, följeslagare, kamrat, följe, sällskaps
  • σύριγγα στα σουηδικά - spruta, sprutan, sprut, injektionsspruta
Τυχαίες λέξεις
Σύντομος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: snart, kort, kortfattad, korthet, korta, kortfattat