Σύντομος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: σύντομος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рана, кароткi, ахвотна, кароткае, кароткі, кароткая
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύντομος
σύντομος συνώνυμο, σύντομος στα αγγλικα, σύντομος αντίθετο, σύντομος εισαγωγή εις την παλαιάν διαθήκη, σύντομος δρόμος, σύντομος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σύντομος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- σύντμηση στα λευκορωσικά - скарачэнне
- σύντομα στα λευκορωσικά - рана, ахвотна, хутка, неўзабаве, скоро, скора
- σύντροφος στα λευκορωσικά - жонка, спадарожнік
- σύριγγα στα λευκορωσικά - шпрыц, шпрыцам
Τυχαίες λέξεις
Σύντομος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: рана, кароткi, ахвотна, кароткае, кароткі, кароткая
Μεταφράσεις: рана, кароткi, ахвотна, кароткае, кароткі, кароткая