Τροφαντός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: τροφαντός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
trofantos
Τροφαντός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τροφαντός

τροφαντός συνώνυμα, τροφαντός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τροφαντός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • τροπόσφαιρα στα βουλγαρικά - тропосфера, тропосферата, тропосферен
  • τροφή στα βουλγαρικά - храна, храни, храните, храната, на храните
  • τροφικός στα βουλγαρικά - хранителен, хранителна, хранителната, хранително, хранителна стойност
  • τροφοδοσία στα βουλγαρικά - хранене, кетъринг, заведенията за хранене, приготвяне на храна, обществено хранене
Τυχαίες λέξεις
Τροφαντός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: trofantos