Υποχρεωτικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: υποχρεωτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
задължителен, задължителното, задължително, задължителна, задължителни
Υποχρεωτικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποχρεωτικός

υποχρεωτικόσ ο κλειδάριθμοσ, υποχρεωτικός εμβολιασμός, υποχρεωτικός αντιθετο, υποχρεωτικός εξοπλισμός σκάφους, υποχρεωτικός στα αγγλικά, υποχρεωτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υποχρεωτικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • υποφερτός στα βουλγαρικά - търпим, сносен, поносим
  • υποχρέωση στα βουλγαρικά - задължение, задължението, задължения, задължение за
  • υποχρεώνω στα βουλγαρικά - задължавам, задължи, задължава, да задължи, задължат
  • υποχωρητικός στα βουλγαρικά - съвместим, съвместими, съвместима, съответствие, отговаря
Τυχαίες λέξεις
Υποχρεωτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: задължителен, задължителното, задължително, задължителна, задължителни