Φαινομενικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: φαινομενικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
очевиден, явен, видим, видно
Φαινομενικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φαινομενικός

φαινομενικός όγκος κατανομής, φαινομενικός συνώνυμο, φαινομενικός συνώνυμα, φαινομενικός αγγλικα, φαινομενικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φαινομενικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • φαιδρός στα βουλγαρικά - гей, обаятелен, привлекателен, Чаровната, весел, очарователен
  • φαινομενικά στα βουλγαρικά - уж, привидно, уж за, пръв поглед, на пръв поглед
  • φαιός στα βουλγαρικά - сив, сиво, сива, сивата, сивия
  • φακές στα βουλγαρικά - леща, лещата
Τυχαίες λέξεις
Φαινομενικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: очевиден, явен, видим, видно