Φαινομενικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: φαινομενικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўяўны, уяўны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φαινομενικός
φαινομενικός όγκος κατανομής, φαινομενικός συνώνυμο, φαινομενικός συνώνυμα, φαινομενικός αγγλικα, φαινομενικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φαινομενικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- φαιδρός στα λευκορωσικά - абаяльны, сімпатычны
- φαινομενικά στα λευκορωσικά - нібыта, нібы, быццам бы, быццам
- φαιός στα λευκορωσικά - шэры, серый
- φακές στα λευκορωσικά - сачавіца
Τυχαίες λέξεις
Φαινομενικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўяўны, уяўны
Μεταφράσεις: ўяўны, уяўны