Φρενάρισμα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: φρενάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
спиране, спирачна, спирачната, спирачно, спирачен
Φρενάρισμα στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρενάρισμα

φρενάρισμα κινητήρα, φρενάρισμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φρενάρισμα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • φρατζόλα στα βουλγαρικά - самун, хляб, пита, питка
  • φρεγάτα στα βουλγαρικά - фрегат, фрегата, фрегатата, многоцелева фрегата, на многоцелева фрегата
  • φρενάρω στα βουλγαρικά - тормоз, Frenaros
  • φρενίτιδα στα βουλγαρικά - безумие, ярост, полуда, Frenzy, лудост
Τυχαίες λέξεις
Φρενάρισμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: спиране, спирачна, спирачната, спирачно, спирачен