Φρενάρισμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: φρενάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fékezés, fékezési, fékrendszer, fékező, fékezést
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φρενάρισμα
φρενάρισμα κινητήρα, φρενάρισμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, φρενάρισμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- φρατζόλα στα ουγγρικά - vekni, cipó, cipóban, kenyér, kenyeret
- φρεγάτα στα ουγγρικά - fregattmadár, hajósmadár, fregatt, fregattot, fregatton, fregattja
- φρενάρω στα ουγγρικά - Frenaros
- φρενίτιδα στα ουγγρικά - őrület, Frenzy, őrjöngés
Τυχαίες λέξεις
Φρενάρισμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fékezés, fékezési, fékrendszer, fékező, fékezést
Μεταφράσεις: fékezés, fékezési, fékrendszer, fékező, fékezést