Φρενάρισμα στα ρωσικά

Μετάφραση: φρενάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
торможение, торможения, тормозной, тормозная, тормозного
Φρενάρισμα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρενάρισμα

φρενάρισμα κινητήρα, φρενάρισμα λεξικό γλώσσας ρωσικά, φρενάρισμα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • φρατζόλα στα ρωσικά - лодырничать, буханка, ротозейничать, бездельничать, бездельничанье, каравай, хлеб, ...
  • φρεγάτα στα ρωσικά - фрегат, фрегата, фрегате, фрегатом
  • φρενάρω στα ρωσικά - кустарник, трепать, тормозить, затормозить, рукоятка, мять, тестомешалка, ...
  • φρενίτιδα στα ρωσικά - остервенение, умопомешательство, остервенелый, безумие, бешенство, неистово, сумасшествие, ...
Τυχαίες λέξεις
Φρενάρισμα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: торможение, торможения, тормозной, тормозная, тормозного