Φρενάρισμα στα πολωνικά
Μετάφραση: φρενάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
hamowanie, hamowania, hamulcowy, hamulcowego, hamujący
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φρενάρισμα
φρενάρισμα κινητήρα, φρενάρισμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, φρενάρισμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- φρατζόλα στα πολωνικά - bumelować, napocząć, wałęsać, nygusować, bochenek, próżnować, bochen, ...
- φρεγάτα στα πολωνικά - fregata, Frigate, fregaty, w Frigate, fregatę
- φρενάρω στα πολωνικά - wyhamować, ograniczenie, hamulec, hamować, gęstwa, międlica, Frenaros
- φρενίτιδα στα πολωνικά - szał, szaleństwo, Frenzy, szaleństwa
Τυχαίες λέξεις
Φρενάρισμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: hamowanie, hamowania, hamulcowy, hamulcowego, hamujący
Μεταφράσεις: hamowanie, hamowania, hamulcowy, hamulcowego, hamujący