Φρενάρισμα στα λιθουανικά

Μετάφραση: φρενάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stabdymas, stabdymo, stabdžių, stabdžio, stabdymą
Φρενάρισμα στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρενάρισμα

φρενάρισμα κινητήρα, φρενάρισμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φρενάρισμα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • φρατζόλα στα λιθουανικά - kepalas, daužytis, dykinėjimas, gužė, bastytis
  • φρεγάτα στα λιθουανικά - fregata, Frigate, Makrelinis, skumbrinis
  • φρενάρω στα λιθουανικά - stabdys, pertrauka, Frenaros
  • φρενίτιδα στα λιθουανικά - įsiutimas, Frenzy, siautulys, pasiutimas, nepaprastas susijaudinimas
Τυχαίες λέξεις
Φρενάρισμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: stabdymas, stabdymo, stabdžių, stabdžio, stabdymą