Άνδρας στα γαλλικά
Μετάφραση: άνδρας, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
l'homme, homme, humanité, mâle, humains, humain, époux, mari, hommes, man
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνδρας
άνδρας ιχθύς, άνδρας παρθένος, άνδρας εξαφανίστηκε ξαφνικά ενώ περπατούσε, άνδρας ψάχνει άνδρα, άνδρας τοξότης, άνδρας λεξικό γλώσσας γαλλικά, άνδρας στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- άναρθρος στα γαλλικά - muet, inarticulé, confus, indistinct, vague, incapable de se exprimer, inarticulée, ...
- άναυδος στα γαλλικά - silencieux, muet, éberlué, abasourdi, stupéfait, sidéré, médusé
- άνεμος στα γαλλικά - bobiner, souffle, dévider, enrouler, langer, air, pet, ...
- άνεργος στα γαλλικά - inactif, badauder, fainéant, stérile, infructueux, oisif, oiseux, ...
Τυχαίες λέξεις
Άνδρας στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: l'homme, homme, humanité, mâle, humains, humain, époux, mari, hommes, man
Μεταφράσεις: l'homme, homme, humanité, mâle, humains, humain, époux, mari, hommes, man