Άνδρας στα λευκορωσικά

Μετάφραση: άνδρας, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
муж, чалавек
Άνδρας στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνδρας

άνδρας ιχθύς, άνδρας παρθένος, άνδρας εξαφανίστηκε ξαφνικά ενώ περπατούσε, άνδρας ψάχνει άνδρα, άνδρας τοξότης, άνδρας λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, άνδρας στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • άναρθρος στα λευκορωσικά - невыразны, усхваляваны, цьмяны, ціхенькі, няўцямны
  • άναυδος στα λευκορωσικά - нямы, ашаломлены, аслупянелы, як аслупянелы, збянтэжаны, агаломшаны
  • άνεμος στα λευκορωσικά - вецер, Лісце, Лісце і, Дым, Месяц
  • άνεργος στα λευκορωσικά - беспрацоўныя
Τυχαίες λέξεις
Άνδρας στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: муж, чалавек