Άνδρας στα τσεχικά
Μετάφραση: άνδρας, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
manžel, muž, chlap, mužský, člověk, člověče, muže
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνδρας
άνδρας ιχθύς, άνδρας παρθένος, άνδρας εξαφανίστηκε ξαφνικά ενώ περπατούσε, άνδρας ψάχνει άνδρα, άνδρας τοξότης, άνδρας λεξικό γλώσσας τσεχικά, άνδρας στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- άναρθρος στα τσεχικά - nezřetelný, neartikulovaný, němý, nejasný, nesrozumitelný, neschopný slova, těžkopádný
- άναυδος στα τσεχικά - němý, mlčenlivý, oněmělý, zaražený, vyjevený, ohromen, ohromeně, ...
- άνεμος στα τσεχικά - navinout, natáhnout, odvinout, ovinout, odmotat, dech, namotat, ...
- άνεργος στα τσεχικά - nezaměstnaný, planý, prázdný, nečinný, zbytečný, zahálet, nepotřebný, ...
Τυχαίες λέξεις
Άνδρας στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: manžel, muž, chlap, mužský, člověk, člověče, muže
Μεταφράσεις: manžel, muž, chlap, mužský, člověk, člověče, muže