Έξαλλος στα ρωσικά

Μετάφραση: έξαλλος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сумасшедший, оголтелый, взбешенный, безумный, яростный, ярости, в ярости, в ярость, разъяренный
Έξαλλος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έξαλλος

έξαλλος ο τριαντάφυλλος, έξαλλος συνώνυμα, έξαλλος ο παπαδάκης με email για την χρυσή αυγή, έξαλλος έλληνας τραγουδιστής με τις φήμες που τον θέλουν γκέι, έξαλλος πιτσιρικάς κατεβάζει τη s€xy φούστα της μητέρας του, έξαλλος λεξικό γλώσσας ρωσικά, έξαλλος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • έντονος στα ρωσικά - энергичный, дерзкий, живой, усиленный, бойкий, впечатлительный, самоуверенный, ...
  • ένωση στα ρωσικά - единство, профсоюз, объединение, сочетание, федерация, цех, общество, ...
  • έξαρση στα ρωσικά - жужжание, бон, ажиотаж, укосина, гик, бум, вылет, ...
  • έξη στα ρωσικά - сложение, повадка, телосложение, обыкновение, замашка, обычай, привычка, ...
Τυχαίες λέξεις
Έξαλλος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: сумасшедший, оголтелый, взбешенный, безумный, яростный, ярости, в ярости, в ярость, разъяренный