Αμφίβολος στα γαλλικά

Μετάφραση: αμφίβολος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
précaire, indécis, inconstant, problématique, aléatoire, douteux, suspect, variable, incertain, chancelant, chanceux, iffy, hasardeux, suspecte
Αμφίβολος στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφίβολος

αμφίβολος ορυκτό, αμφίβολος συνώνυμο, αμφίβολος λεξικό γλώσσας γαλλικά, αμφίβολος στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • αμφίβιο στα γαλλικά - amphibie, amphibiens, Amphibien, Amphibian, des amphibiens
  • αμφίβιος στα γαλλικά - amphibie, amphibies, amphibious, amphibie de
  • αμφίεση στα γαλλικά - habit, ficeler, revêtir, déguisement, costume, configuration, vêtements, ...
  • αμφιβάλλω στα γαλλικά - doutez, incertitude, douter, doutent, doute, tiraillement, doutons, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμφίβολος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: précaire, indécis, inconstant, problématique, aléatoire, douteux, suspect, variable, incertain, chancelant, chanceux, iffy, hasardeux, suspecte