Αμφίβολος στα ουκρανικά
Μετάφραση: αμφίβολος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
непевний, невпевнений, невизначений, неозначений, мінливий, сумнівний, коливний, ненадійний, ненадійна, ненадійне
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφίβολος
αμφίβολος ορυκτό, αμφίβολος συνώνυμο, αμφίβολος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αμφίβολος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αμφίβιο στα ουκρανικά - амфібія, літак-амфібія, амфибия
- αμφίβιος στα ουκρανικά - земноводний, десантний
- αμφίεση στα ουκρανικά - личина, машкара, наряд, маска, звичай, вигляд, вбрання, ...
- αμφιβάλλω στα ουκρανικά - сумнів, сумніватися, сумніви
Τυχαίες λέξεις
Αμφίβολος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: непевний, невпевнений, невизначений, неозначений, мінливий, сумнівний, коливний, ненадійний, ненадійна, ненадійне
Μεταφράσεις: непевний, невпевнений, невизначений, неозначений, мінливий, сумнівний, коливний, ненадійний, ненадійна, ненадійне