Αμφίβολος στα ρουμανικά
Μετάφραση: αμφίβολος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dubios, îndoielnic, nesigur, iffy
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφίβολος
αμφίβολος ορυκτό, αμφίβολος συνώνυμο, αμφίβολος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αμφίβολος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αμφίβιο στα ρουμανικά - amfibiu, amfibieni, amfibie, amfibian, amfibienilor
- αμφίβιος στα ρουμανικά - amfibiu, amfibie, amfibii, amphibious, amfibie de
- αμφίεση στα ρουμανικά - haine, îmbrăcăminte, de îmbrăcăminte, articolelor din, confecții
- αμφιβάλλω στα ρουμανικά - dubiu, îndoială, o îndoială, indoiala, îndoieli
Τυχαίες λέξεις
Αμφίβολος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: dubios, îndoielnic, nesigur, iffy
Μεταφράσεις: dubios, îndoielnic, nesigur, iffy