Ασθενικός στα γαλλικά

Μετάφραση: ασθενικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
débile, délabré, faible, flasque, atone, chétif, mou, maladif, maladive, malade, malingre
Ασθενικός στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασθενικός

ασθενικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ασθενικός στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ασθένεια στα γαλλικά - mal, affection, infirmité, malaise, indisposition, maladie, maladies, ...
  • ασθενής στα γαλλικά - malade, patient, patients, des patients, patiente
  • ασθμαίνω στα γαλλικά - halètement, respirer, haleter, Pant, pantalon, culotte, pantalon de
  • ασκητής στα γαλλικά - anachorète, solitaire, reclus, ermite, ascétique, ascète, ascèse, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασθενικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: débile, délabré, faible, flasque, atone, chétif, mou, maladif, maladive, malade, malingre