Ασθενικός στα τσεχικά

Μετάφραση: ασθενικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
slabý, ochablý, mdlý, chabý, neduživý, nemocně, nezdravě, stonavý, neduživé
Ασθενικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασθενικός

ασθενικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, ασθενικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ασθένεια στα τσεχικά - onemocnění, stonání, potíž, indispozice, churavost, nemoc, choroba, ...
  • ασθενής στα τσεχικά - trpělivý, nemocný, pacient, pacienta, trpěliví, pacientovi, pacientka
  • ασθμαίνω στα τσεχικά - dýchat, supění, vzdychat, pant, kalhotková
  • ασκητής στα τσεχικά - poustevník, asketický, asketa, asketické, asketická, asketicky
Τυχαίες λέξεις
Ασθενικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: slabý, ochablý, mdlý, chabý, neduživý, nemocně, nezdravě, stonavý, neduživé