Ασθενικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: ασθενικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
silpnas, menkas, paliegęs, liguistas, ligotas, šleikštus
Ασθενικός στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασθενικός

ασθενικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ασθενικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ασθένεια στα λιθουανικά - liga, negalavimas, ligos, ligų, ligą
  • ασθενής στα λιθουανικά - ligonis, pacientas, pacientui, paciento, pacientų, kantrūs
  • ασθμαίνω στα λιθουανικά - alsuoti, dvėsuoti, dūstant švokšti, dūsuoti, dūstant tarti
  • ασκητής στα λιθουανικά - asketiškas, asketiška, asketas, asketinis, asketai
Τυχαίες λέξεις
Ασθενικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: silpnas, menkas, paliegęs, liguistas, ligotas, šleikštus