Ασθενικός στα ισπανικά
Μετάφραση: ασθενικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
débil, endeble, enfermizo, enfermiza, enfermo, enferma, enfermizos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασθενικός
ασθενικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, ασθενικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- ασθένεια στα ισπανικά - enfermedad, dolencia, la enfermedad, enfermedades, enfermedad de, las enfermedades
- ασθενής στα ισπανικά - paciente, sufrido, pacientes, del paciente, los pacientes, el paciente
- ασθμαίνω στα ισπανικά - jadear, jadeo, pantalón, las bragas, pant
- ασκητής στα ισπανικά - ermitaño, ascético, asceta, ascética, ascéticos, ascetismo
Τυχαίες λέξεις
Ασθενικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: débil, endeble, enfermizo, enfermiza, enfermo, enferma, enfermizos
Μεταφράσεις: débil, endeble, enfermizo, enfermiza, enfermo, enferma, enfermizos