Αστικός στα γερμανικά
Μετάφραση: αστικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
städtisch, kommunal, Stadt-, Stadt, städtischen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστικός
αστικός τουρισμός, αστικός συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης, αστικός κώδικας στα αγγλικά, αστικός συνεταιρισμός κοινωνικού σκοπού, αστικός μύθος, αστικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, αστικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αστερισμός στα γερμανικά - sternbild, konstellation, Konstellation, Sternbild, Konstellations
- αστιγματικός στα γερμανικά - astigmatische, Astigmatismus, astigmatischen, astigmatisches
- αστοχώ στα γερμανικά - fehlwurf, fräulein, verfehlen, mädchen, vermissen, überspringen, verpassen, ...
- αστράγαλος στα γερμανικά - knöchel, fußknöchel, fessel, fußgelenk, Knöchel, Sprunggelenk, Fußgelenk, ...
Τυχαίες λέξεις
Αστικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: städtisch, kommunal, Stadt-, Stadt, städtischen
Μεταφράσεις: städtisch, kommunal, Stadt-, Stadt, städtischen