Αστικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: αστικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
miesto, miestų, mieste, miestuose, miejsko
Αστικός στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστικός

αστικός τουρισμός, αστικός συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης, αστικός κώδικας στα αγγλικά, αστικός συνεταιρισμός κοινωνικού σκοπού, αστικός μύθος, αστικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αστικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αστερισμός στα λιθουανικά - žvaigždynas, žvaigždyno
  • αστιγματικός στα λιθουανικά - Keratektomia, Vidinis Keratektomia
  • αστοχώ στα λιθουανικά - panelė, mergaitė, mergina, praleisti, nepavykęs, miss
  • αστράγαλος στα λιθουανικά - kulkšnis, čiurnos, kulkšnies, kulkšnių, ankle
Τυχαίες λέξεις
Αστικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: miesto, miestų, mieste, miestuose, miejsko