Αστικός στα τούρκικα

Μετάφραση: αστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kentsel, kent, şehir, kentli
Αστικός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστικός

αστικός τουρισμός, αστικός συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης, αστικός κώδικας στα αγγλικά, αστικός συνεταιρισμός κοινωνικού σκοπού, αστικός μύθος, αστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αστικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αστερισμός στα τούρκικα - takımyıldız, burç, takımyıldızı, konstelasyon, kümesi
  • αστιγματικός στα τούρκικα - astigmat, astigmatik, astigmatic, hasta sadece astigmat, astigmatlı
  • αστοχώ στα τούρκικα - bayan, vuramamak, kaçırmak, kız, özledim, da özledim
  • αστράγαλος στα τούρκικα - ayak bileği, bileği, bilek, ayak, ayak bile¤i
Τυχαίες λέξεις
Αστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kentsel, kent, şehir, kentli