Αστικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: αστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
міський, міської, міська, міській, міського
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστικός
αστικός τουρισμός, αστικός συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης, αστικός κώδικας στα αγγλικά, αστικός συνεταιρισμός κοινωνικού σκοπού, αστικός μύθος, αστικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αστικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αστερισμός στα ουκρανικά - сузір'я
- αστιγματικός στα ουκρανικά - астигматичний, астигматичні, астигматичного, астигматичних, астігматіческіх, астігматіческімі
- αστοχώ στα ουκρανικά - перекручує, міс, мисс, Місс
- αστράγαλος στα ουκρανικά - кісточка, щиколотка, щиколотки
Τυχαίες λέξεις
Αστικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: міський, міської, міська, міській, міського
Μεταφράσεις: міський, міської, міська, міській, міського