Ατομικισμός στα γερμανικά
Μετάφραση: ατομικισμός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
individualismus, eigenwilligkeit, Individualismus, Individualität, den Individualismus, der Individualismus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατομικισμός
ατομικισμός συνωνυμα, αναρχικός ατομικισμός, ατομικισμός και ιδιοκτησία, ατομικισμός και συλλογικότητα, ατομικισμός λεξικό, ατομικισμός λεξικό γλώσσας γερμανικά, ατομικισμός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ατολμία στα γερμανικά - schüchternheit, furchtsamkeit, Schüchternheit, Zurückhaltung, Zaghaftigkeit, Bescheidenheit
- ατομικά στα γερμανικά - einzelne, individuell, einzeln, eine individuell, individuelle, einzelnen
- ατομικός στα γερμανικά - nuklear, kerntechnisch, eigenwillig, einzelperson, individuell, person, einzelwesen, ...
- ατομικότητα στα γερμανικά - individualität, identität, Individualität, die Individualität, Eigenart, Persönlichkeit
Τυχαίες λέξεις
Ατομικισμός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: individualismus, eigenwilligkeit, Individualismus, Individualität, den Individualismus, der Individualismus
Μεταφράσεις: individualismus, eigenwilligkeit, Individualismus, Individualität, den Individualismus, der Individualismus