Ατομικισμός στα ισλανδικά
Μετάφραση: ατομικισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
einstaklingshyggja, Einstaklingshyggju
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατομικισμός
ατομικισμός συνωνυμα, αναρχικός ατομικισμός, ατομικισμός και ιδιοκτησία, ατομικισμός και συλλογικότητα, ατομικισμός λεξικό, ατομικισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ατομικισμός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ατολμία στα ισλανδικά - diffidence
- ατομικά στα ισλανδικά - sig, fyrir sig, sérstaklega, ein, hvert
- ατομικός στα ισλανδικά - einstakur, einstaklingur, einstök, einstakra, maðurinn, einstaklingurinn
- ατομικότητα στα ισλανδικά - einstaklingseinkenni, einstaklingshyggja, sjálfstæði, einstaklingshyggja er
Τυχαίες λέξεις
Ατομικισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: einstaklingshyggja, Einstaklingshyggju
Μεταφράσεις: einstaklingshyggja, Einstaklingshyggju