Βεβαιότητα στα γερμανικά

Μετάφραση: βεβαιότητα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sicherheit, Sicherheit, Gewissheit, Gewißheit
Βεβαιότητα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βεβαιότητα

βεβαιότητα συνώνυμα, βεβαιότητα ορισμος, βεβαιότητα μετάφραση, βεβαιότητα λεξικό, βεβαιότητα λεξικό γλώσσας γερμανικά, βεβαιότητα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • βδελυρός στα γερμανικά - verabscheuenswert, scheußlich, obszön, widerlich, abscheulich, unzüchtig, hässlich, ...
  • βεβαίως στα γερμανικά - sicherlich, bestimmt, sicher, ja, gewiss, zweifellos
  • βεβαιώνομαι στα γερμανικά - sichern, zusichern, garantieren, sicherstellen, ich achte darauf,, ich stelle sicher
  • βεβαιώνω στα γερμανικά - versichern, bestätigen, sicherstellen, sichern, versprechen, zusichern, beglaubigen, ...
Τυχαίες λέξεις
Βεβαιότητα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: sicherheit, Sicherheit, Gewissheit, Gewißheit