Βεβαιότητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: βεβαιότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bizonyosság, biztos, bizonyossággal, biztonságot, bizonyosságot
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βεβαιότητα
βεβαιότητα συνώνυμα, βεβαιότητα ορισμος, βεβαιότητα μετάφραση, βεβαιότητα λεξικό, βεβαιότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βεβαιότητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- βδελυρός στα ουγγρικά - rút, förtelmes, visszataszító, ocsmány, undorító, undok
- βεβαίως στα ουγγρικά - bizonnyal, persze, bizonyosan, bizonyára, biztosan, természetesen
- βεβαιώνομαι στα ουγγρικά - teszek róla,, teszek róla, lehetek biztos abban
- βεβαιώνω στα ουγγρικά - igazolja,, igazolom, igazolniuk
Τυχαίες λέξεις
Βεβαιότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bizonyosság, biztos, bizonyossággal, biztonságot, bizonyosságot
Μεταφράσεις: bizonyosság, biztos, bizonyossággal, biztonságot, bizonyosságot