Εγγυητής στα γερμανικά

Μετάφραση: εγγυητής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gewährsmann, garant, bürge, Garant, Garantiegeber, Bürge, Garanten, Bürgen
Εγγυητής στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγγυητής

εγγυητής σε επαγγελματική μίσθωση, εγγυητής και υπερχρεωμένα νοικοκυριά, εγγυητής σε σύμβαση μίσθωσης, εγγυητής σε δάνειο, εγγυητής δανείου, εγγυητής λεξικό γλώσσας γερμανικά, εγγυητής στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εγγράφομαι στα γερμανικά - verzeichnis, register, einschreiben, liste, immatrikulieren, Immatrikulation, matriculate, ...
  • εγγραφή στα γερμανικά - registrierung, einschulung, immatrikulation, schulanfang, eintragung, meldewesen, anmeldung, ...
  • εγγυώμαι στα γερμανικά - sicherstellen, garantie, garantieschein, garantievertrag, gewähr, sicherheit, garantiezeit, ...
  • εγγύηση στα γερμανικά - versicherung, dreistigkeit, gewähr, gewährleistung, selbstvertrauen, zusage, zusichern, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγγυητής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gewährsmann, garant, bürge, Garant, Garantiegeber, Bürge, Garanten, Bürgen