Εγγυητής στα ισλανδικά

Μετάφραση: εγγυητής, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ábyrgðarmaður, ábyrgðaraðila, ábyrgðarmanni, ábyrgðarmanns, ábyrgðaraðili
Εγγυητής στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγγυητής

εγγυητής σε επαγγελματική μίσθωση, εγγυητής και υπερχρεωμένα νοικοκυριά, εγγυητής σε σύμβαση μίσθωσης, εγγυητής σε δάνειο, εγγυητής δανείου, εγγυητής λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εγγυητής στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εγγράφομαι στα ισλανδικά - matriculate
  • εγγραφή στα ισλανδικά - lögskráning, upptöku, hljóðritun, skráning, Upptakan, upptaka
  • εγγυώμαι στα ισλανδικά - trygging, ábyrgð, trygging fyrir, Tryggingarsjóður, tryggja
  • εγγύηση στα ισλανδικά - fullvissa, trygging, ábyrgð, trygging fyrir, Tryggingarsjóður, tryggja
Τυχαίες λέξεις
Εγγυητής στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ábyrgðarmaður, ábyrgðaraðila, ábyrgðarmanni, ábyrgðarmanns, ábyrgðaraðili