Εγγυητής στα δανικά

Μετάφραση: εγγυητής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
garant, kautionisten, garanten, kautionist, garantistilleren
Εγγυητής στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγγυητής

εγγυητής σε επαγγελματική μίσθωση, εγγυητής και υπερχρεωμένα νοικοκυριά, εγγυητής σε σύμβαση μίσθωσης, εγγυητής σε δάνειο, εγγυητής δανείου, εγγυητής λεξικό γλώσσας δανικά, εγγυητής στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εγγράφομαι στα δανικά - matriculate
  • εγγραφή στα δανικά - optagelse, optagelsen, registrering, indspilning, optage
  • εγγυώμαι στα δανικά - garanti, garantien, garanti for, sikkerhedsstillelse
  • εγγύηση στα δανικά - garanti, garantien, garanti for, sikkerhedsstillelse
Τυχαίες λέξεις
Εγγυητής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: garant, kautionisten, garanten, kautionist, garantistilleren