Εμβρόντητος στα γερμανικά
Μετάφραση: εμβρόντητος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sprachlos, betäubt, fassungslos, benommen, verblüfft, erstaunt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβρόντητος
εμβρόντητος σημασια, εμβρόντητος συνώνυμο, εμβρόντητος συνωνυμα, εμβρόντητος λεξικό γλώσσας γερμανικά, εμβρόντητος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εμβολιασμός στα γερμανικά - impfung, veredelnd, Impfung, Impfungen, der Impfung, die Impfung
- εμβροντησία στα γερμανικά - stumpfheit, verblüffung, erstaunen, überraschung, schock, Benommenheit, Stupor, ...
- εμβόλιο στα γερμανικά - schutzstoff, gegengift, impfstoff, antitoxin, Impfstoff, Impfstoffs, Vakzine
- εμείς στα γερμανικά - man, unsereins, wir, uns, wir uns, haben wir
Τυχαίες λέξεις
Εμβρόντητος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: sprachlos, betäubt, fassungslos, benommen, verblüfft, erstaunt
Μεταφράσεις: sprachlos, betäubt, fassungslos, benommen, verblüfft, erstaunt