Εμβρόντητος στα εσθονικά

Μετάφραση: εμβρόντητος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõnatu, uimastatud, uimastada, uimastatakse, tuimastatud, hämmastunud
Εμβρόντητος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμβρόντητος

εμβρόντητος σημασια, εμβρόντητος συνώνυμο, εμβρόντητος συνωνυμα, εμβρόντητος λεξικό γλώσσας εσθονικά, εμβρόντητος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εμβολιασμός στα εσθονικά - vaktsineerimine, siirdamine, pookimine, vaktsineerimise, vaktsineerimist, vaktsineerimiseks, vaktsineeritud
  • εμβροντησία στα εσθονικά - poolteadvusetus, kangestus, hämming, stuupor, uimasus, stuuporit, tardumus
  • εμβόλιο στα εσθονικά - vaktsiin, vaktsineerimine, vaktsiini, vaktsiiniga, vaktsiinide, vaktsiinis
  • εμείς στα εσθονικά - veeklosett, tualett, veekäimla, me, meil, oleme, meie, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμβρόντητος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sõnatu, uimastatud, uimastada, uimastatakse, tuimastatud, hämmastunud