Εμβρόντητος στα ουκρανικά
Μετάφραση: εμβρόντητος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
онімілий, безмовний, німою, німої, німій, німий, приголомшений, вражений, ошелешений
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβρόντητος
εμβρόντητος σημασια, εμβρόντητος συνώνυμο, εμβρόντητος συνωνυμα, εμβρόντητος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εμβρόντητος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εμβολιασμός στα ουκρανικά - вакцинація, щеплення, прищеплення, вакцинацію
- εμβροντησία στα ουκρανικά - остовпіння, подив, здивування, заціпеніння, ступор
- εμβόλιο στα ουκρανικά - вакцинація, вакцина, вакцину
- εμείς στα ουκρανικά - візир, ми
Τυχαίες λέξεις
Εμβρόντητος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: онімілий, безмовний, німою, німої, німій, німий, приголомшений, вражений, ошелешений
Μεταφράσεις: онімілий, безмовний, німою, німої, німій, німий, приголомшений, вражений, ошелешений