Ενήλικος στα γερμανικά

Μετάφραση: ενήλικος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erwachsene, erwachsen, Erwachsene, Erwachsener, Erwachsenen
Ενήλικος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενήλικος

ενήλικος ορισμός, ενήλικος σημασια, ενήλικος ημιπληγικός bobath, ενήλικος ή ενήλικας, ενήλικος σκύλος, ενήλικος λεξικό γλώσσας γερμανικά, ενήλικος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ενέργεια στα γερμανικά - fortsetzend, vorgehen, verfahrend, Aktion, Handlung, Handeln, Wirkung, ...
  • ενήλικας στα γερμανικά - erwachsen, erwachsene, Erwachsene, Erwachsener, Erwachsenen
  • ενίσχυση στα γερμανικά - armierung, verstärkung, bewehrung, stahleinlage, erweiterung, bestätigung, Verstärkung, ...
  • εναγής στα γερμανικά - verfluchte, scheußlich, widerlich, schrecklich, verflucht, abscheulich, Kläger, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενήλικος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: erwachsene, erwachsen, Erwachsene, Erwachsener, Erwachsenen