Ισχυρίζομαι στα γερμανικά

Μετάφραση: ισχυρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
förderrecht, anspruch, anrecht, schuldforderung, forderung, recht, claim, sagen, nach Anspruch, Ansprüche, gemäß Anspruch, Forderung
Ισχυρίζομαι στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχυρίζομαι

ισχυρίζομαι συνώνυμα, ισχυρίζομαι μετάφραση, ισχυρίζομαι αγγλικά, ισχυρίζομαι στα αγγλικα, ισχυρίζομαι translation, ισχυρίζομαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, ισχυρίζομαι στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ιστός στα γερμανικά - gewebe, mast, Gewebe, Gewebes
  • ισχνός στα γερμανικά - dünn, klein, unwichtig, unbedeutend, unerheblich, geringfügig, kümmerlich, ...
  • ισχυρισμός στα γερμανικά - anspruch, recht, claim, anrecht, forderung, schuldforderung, förderrecht, ...
  • ισχυρογνώμονας στα γερμανικά - hartnäckig, eigensinnig, stur, dickköpfig, starrköpfig, verstockt, verstockten, ...
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρίζομαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: förderrecht, anspruch, anrecht, schuldforderung, forderung, recht, claim, sagen, nach Anspruch, Ansprüche, gemäß Anspruch, Forderung