Ισχυρίζομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: ισχυρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заява, заявити, пошліться, вимога, стверджувати, позов, затверджувати, приписати, витік, заявка, рекламація, запит, запиту
Ισχυρίζομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχυρίζομαι

ισχυρίζομαι συνώνυμα, ισχυρίζομαι μετάφραση, ισχυρίζομαι αγγλικά, ισχυρίζομαι στα αγγλικα, ισχυρίζομαι translation, ισχυρίζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ισχυρίζομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ιστός στα ουκρανικά - прикрашати, масивний, мережу, сплетення, мережа, сплетіння, тканину, ...
  • ισχνός στα ουκρανικά - розведений, пісний, сухорлявий, розбавлений, незначний, понтія, Скрагглі
  • ισχυρισμός στα ουκρανικά - рекламація, заявка, заява, вимога, заявити, позов, запит, ...
  • ισχυρογνώμονας στα ουκρανικά - заповзятий, наполегливий, впертий, упертий, Упертий, вперта, уперта
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρίζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: заява, заявити, пошліться, вимога, стверджувати, позов, затверджувати, приписати, витік, заявка, рекламація, запит, запиту