Ισχυρίζομαι στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ισχυρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
барање, побарување, тврдење, барањето, тврдат
Ισχυρίζομαι στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχυρίζομαι

ισχυρίζομαι συνώνυμα, ισχυρίζομαι μετάφραση, ισχυρίζομαι αγγλικά, ισχυρίζομαι στα αγγλικα, ισχυρίζομαι translation, ισχυρίζομαι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ισχυρίζομαι στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ιστός στα σλαβομακεδονικά - ткивото, јарболот, ткиво, ткива, на ткивото, ткивата
  • ισχνός στα σλαβομακεδονικά - рунтав
  • ισχυρισμός στα σλαβομακεδονικά - барање, побарување, тврдење, барањето, тврдат
  • ισχυρογνώμονας στα σλαβομακεδονικά - Тврдоглавите, упорит
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρίζομαι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: барање, побарување, тврдење, барањето, тврдат