Ισχυρίζομαι στα τσεχικά

Μετάφραση: ισχυρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tvrzení, nárok, stížnost, žádost, žádat, požadovat, vyžadovat, vypovídat, reklamace, tvrdit, prohlásit, vymáhat, reklamovat, požadavek, uvádět, pohledávka
Ισχυρίζομαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχυρίζομαι

ισχυρίζομαι συνώνυμα, ισχυρίζομαι μετάφραση, ισχυρίζομαι αγγλικά, ισχυρίζομαι στα αγγλικα, ισχυρίζομαι translation, ισχυρίζομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, ισχυρίζομαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ιστός στα τσεχικά - tkanina, tkanivo, stěžeň, předivo, pletivo, stožár, tkáň, ...
  • ισχνός στα τσεχικά - nepatrný, drobný, slabý, vychrtlý, maličký, neduživý, jemný, ...
  • ισχυρισμός στα τσεχικά - tvrzení, vymáhat, vyžadovat, požadovat, žádat, stížnost, žádost, ...
  • ισχυρογνώμονας στα τσεχικά - umíněný, úporný, neústupný, houževnatý, tvrdohlavý, zatvrzelý, zatvrzelí, ...
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρίζομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: tvrzení, nárok, stížnost, žádost, žádat, požadovat, vyžadovat, vypovídat, reklamace, tvrdit, prohlásit, vymáhat, reklamovat, požadavek, uvádět, pohledávka