Καθαρίζω στα γερμανικά

Μετάφραση: καθαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
reinigen, steril, reinemachen, schälen, schale, blank, putzen, säubern, rein, sauber, leer, scheuern, durchsuchen, absuchen, abklappern, durchforsten
Καθαρίζω στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθαρίζω

καθαρίζω καμινάδα από κάπνα, καθαρίζω συνώνυμα, καθαρίζω την κύπρο σε μια μέρα, καθαρίζω το φούρνο, καθαρίζω για τη γυναίκα μου 1987, καθαρίζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, καθαρίζω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • καθαιρώ στα γερμανικά - lustrate, nennen lustrate
  • καθαρά στα γερμανικά - sichtlich, sichtbar, deutlich, klar, netto-, Netz, netto, ...
  • καθαρίστρια στα γερμανικά - filter, sauberer, reinigungsmittel, Mädchen, Dienstmädchen, Zofe, Maid, ...
  • καθαρισμός στα γερμανικά - reinigen, reinigend, räumung, reinigung, Reinigung, Reinigungs, reinig, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθαρίζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: reinigen, steril, reinemachen, schälen, schale, blank, putzen, säubern, rein, sauber, leer, scheuern, durchsuchen, absuchen, abklappern, durchforsten