Λαχανικό στα γερμανικά
Μετάφραση: λαχανικό, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pflanzlich, gemüse, gemüsepflanze, pflanze, Gemüse, Pflanzen, pflanzlichen, pflanzliche
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαχανικό
λαχανικό κράμβη, καλαμπόκι λαχανικό, kale λαχανικό, κολούμπρα λαχανικό, λαχανικό λόλα, λαχανικό λεξικό γλώσσας γερμανικά, λαχανικό στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- λατρεύω στα γερμανικά - verehrung, anbeten, vergöttern, Anbetung, Gottesdienst, Verehrung, Kult, ...
- λαχανιάζω στα γερμανικά - keuchen, hecheln, Hose, pant
- λαχτάρα στα γερμανικά - flehend, verlangen, sehnsucht, sehnsüchtig, sehnend, Verlangen, Gier, ...
- λαχταρώ στα γερμανικά - leiden, schmerzen, schmerz, weh, sich sehnen, Hanker, sehnen, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαχανικό στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: pflanzlich, gemüse, gemüsepflanze, pflanze, Gemüse, Pflanzen, pflanzlichen, pflanzliche
Μεταφράσεις: pflanzlich, gemüse, gemüsepflanze, pflanze, Gemüse, Pflanzen, pflanzlichen, pflanzliche