Λαχανικό στα ιταλικά
Μετάφραση: λαχανικό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ortaggio, pianta, vegetale, verdura, verdure, vegetali
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαχανικό
λαχανικό κράμβη, καλαμπόκι λαχανικό, kale λαχανικό, κολούμπρα λαχανικό, λαχανικό λόλα, λαχανικό λεξικό γλώσσας ιταλικά, λαχανικό στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- λατρεύω στα ιταλικά - adorare, culto, venerare, adorazione, il culto, di culto
- λαχανιάζω στα ιταλικά - anelare, ansimare, palpitare, mutanda, pant, pantalone, della mutanda
- λαχτάρα στα ιταλικά - brama, voglia, smania, desiderio, craving
- λαχταρώ στα ιταλικά - mal, male, dolere, desiderare ardentemente, hanker, bramare
Τυχαίες λέξεις
Λαχανικό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ortaggio, pianta, vegetale, verdura, verdure, vegetali
Μεταφράσεις: ortaggio, pianta, vegetale, verdura, verdure, vegetali